«Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: Γιατί με ενοχλεί το
κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων», έγραφε ο Αντόνιο Γκράμσι.
Αποκαλούσε τους αδιάφορους «το νεκρό βάρος της Ιστορίας», αυτούς που πρέπει να
απολογηθούν για ό,τι έχουν κάνει, αλλά κυρίως για όσα δεν έχουν κάνει.
Οι αδιάφοροι έχουν ένα και μόνο προβληματισμό: Για τις
ευθύνες των άλλων. Ποτέ τις δικές τους. Αυτοαθωώνονται πάντα με πρόσχημα τη
χαριτωμένη τους φύση ή την αδυναμία τους να βρουν κάτι αρκετά σοβαρό για να το
υποστηρίξουν όπως και όσο πρέπει.
Αυτάρκεις πάντα, με τη βεβαιότητα που τους παρέχει το
προσωπικό τους «τίποτα», είναι έτοιμοι να κατακρίνουν τα πάντα. Ρωτούν με
αγωνία «γιατί το έκανε;», «ποιον εξυπηρετεί;», «υπάρχει ένας ικανός και
τίμιος;», «γιατί δεν αλλάζουν τα πράγματα;», κρατώντας το σκήπτρο της βασιλικής
τους απραξίας.
Αν ρωτήσεις τον αδιάφορο «εσύ τι έκανες για να μην είναι
έτσι τα πράγματα;» θα σου απαντήσει σαν να ζει στη σκιά της σπουδαιότητας και
όχι στη σκιά της καφετέριας, όπου πίνει τον καφέ της μοιρολατρίας του.
Οι αδιάφοροι δεν αναπαράγουν μόνο αυταπάτες, αλλά το μέλλον.
Με την ισχύ της απραξίας, με την κομψότητα της δικαιολογημένης πάντα αποχής
τους, με τη λειτουργική τους κενότητα, κλαψουρίζουν σαν να είναι η ζωή κάτι που
υπάρχει για να τους δικαιώσει προσωπικά. Ούτε σύνολο ανθρώπων, ούτε σύνολο
καταστάσεων.
Αχρηστεύουν κάθε διαλεκτική εξήγηση, κάθε λογική ερμηνεία,
μέσα από την απαίτηση να γίνουν τα πάντα όπως οι ίδιοι, να εξελιχθούν όπως το
θεωρητικό τους νεφέλωμα, προκειμένου να στρέψουν το βλέμμα με κάποιο ενδιαφέρον.
Οι αδιάφοροι δεν είναι τεμπέληδες. Είναι κάτι ακόμη
χειρότερο. Είναι δειλοί που προσπαθούν να πείσουν πως έχουν τη γενναιότητα και
την ωριμότητα να παραβλέπουν τα πράγματα γιατί δεν εμφανίζουν κανένα
ενδιαφέρον. Πως δεν φοβούνται, αλλά όλα γύρω είναι τόσο ποταπά, που δεν
σκοπεύουν να αντιπαρατάξουν το τεράστιο και αδιάφορο εγώ τους.
Οι αδιάφοροι λατρεύουν τη συνωμοσιολογία, γιατί τους
απαλλάσσει από τη σκέψη της προσωπικής ευθύνης. Κάπου, κάποιος φταίει και έχει
οργανώσει τόσο καλά την πανίσχυρη συνωμοσία του, ώστε δεν έχει κανένα νόημα να
ενδιαφέρεσαι ή να αντιδράς.
Δεν παίρνουν ποτέ θέση, μπορούν να είναι ταυτόχρονα με όλους
και με κανέναν, μεταφράζοντας την άγνοια και την αδιαφορία τους σε θέση και
στάση ίσων αποστάσεων, σε αντικειμενική κρίση. Είναι δυνατόν να ζεις τις
αντιθέσεις της ζωής καθημερινά και να μην μπορείς να αποφασίσεις με ποιον
είσαι; Ποιο το νόημα της ύπαρξης σου, αν όχι η απόφαση για το πού θα πας τη ζωή
σου;
Οι αδιάφοροι είναι οι μωρές παρθένες του συστήματος, που δεν
θα χαλάσουν την παρθενιά τους για πράγματα που δεν έχουν τη σπουδαιότητα της
μεγάλης απόφασης. Κρατούν, εν ολίγοις, την παρθενιά τους για τον βιαστή τους.