Μια φορά κι έναν καιρό ένα πολεμιστής Σαμουράι ταξίδεψε
μέχρι τη μακρινή κατοικία ενός σοφού γέροντα μοναχού. Φτάνοντας εκεί τίναξε την
πόρτα και βροντοφώναξε:
- Καλόγερε πες μου, ποια η διαφορά ανάμεσα στον παράδεισο
και στην κόλαση;Ο σοφός μοναχός έμεινε ήρεμος για μια στιγμή, καθισμένος πάνω
στο χαλάκι του στο πάτωμα. Μετά γύρισε, τον κοίταξε και του είπε:
- Λες τον εαυτό σου πολεμιστή σαμουράι; Για δες τον εαυτό
σου πιο καλά. Δεν είσαι παρά ένα ανθρώπινο ρετάλι…
- Τι είπες; βροντοφώναξε ο άλλος, απλώνοντας να πιάσει το σπαθί του…
- Τι είπες; βροντοφώναξε ο άλλος, απλώνοντας να πιάσει το σπαθί του…
- Βλέπω ότι θέλεις να πιάσεις το ξίφος σου. Όμως αμφιβάλω αν
μπορείς με δαύτο να κόψεις το κεφάλι μια μύγας, είπε ο μοναχός.
Ο σαμουράι έχει θυμώσει τόσο πολύ που δεν μπορούσε να
συγκρατηθεί. Έσυρε το ξίφος του από τη θήκη και το ύψωσε για να κόψει το κεφάλι
του γέροντα μοναχού. Εκείνη τη στιγμή ο καλόγερος κοίταξε μέσα στα φλογισμένα
μάτια του και είπε:
- Γιε μου, αυτή είναι η πύλη της κόλασης…
Ο σαμουράι κατάλαβε ότι ο καλόγερος έβαλε σε κίνδυνο τη ζωή
του για να του μάθει αυτό το μάθημα. Κατέβασε το ξίφος και το έβαλε σιγά-σιγά
στη θήκη του, υποκλίθηκε στο μοναχό και τον ευχαρίστησε για το μάθημα που του
έδωσε.
- Φίλε μου, λέει ο μοναχός, Αυτή είναι η πύλη του παραδείσου…
Δίδαγμα: εμείς κρατάμε τα κλειδιά και από τις δύο πύλες – είναι
οι πράξεις της ζωής μας… αρκεί να μην μπερδεύουμε τους μοναχούς με τους δαίμονες
πάνω στην Γη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου