Έπιασαν κουβέντα το σπουργίτι και η κότα. Το σπουργίτι καθόταν πάνω σε έναν πέτρινο φράχτη, ενώ η κότα περπατούσε κάτω.
- Δεν βαρέθηκες, μόνο να περπατάς και να τσιμπάς; ρώτησε το σπουργίτι. Ξέχασες πως κάποτε μπορούσες και να πετάς;
- Και τώρα μπορώ! προσβλήθηκε η κότα. Πήρε φόρα, άνοιξε να φτερά της και με πολλές δυσκολίες πήδηξε πάνω στο φράχτη, και μετά είπε:
- Για πες μου, εσύ δε βαρέθηκες να πηδάς και να πετάς, ξέρεις τι ωραία είναι στο κοτέτσι; Η νοικοκυρά πάντα βάζει κόκκους στο τάγιστρο, τσιμπάς όσο θέλεις.
Ξαφνικά φύσησε δυνατός αέρας και η κότα άρχισε γρήγορα να κουνάει τα φτερά της, όμως δεν κατάφερε να κρατηθεί πάνω στο φράχτη και έπεσε κάτω. Ενώ το σπουργίτι, άνοιξε τα φτερά του, έκανε ένα μικρό κύκλο και ξανά έκατσε πάνω στο φράχτη.
- Τώρα βλέπεις, είπε στην κότα, παρ' όλο που είσαι μεγάλη και δυνατή, στη ζωή σου ελπίζεις μόνο στο τάγιστρο. Ήθελες γαντζωμένη να στηρίζεσαι πάνω στον πέτρινο φράχτη, ενώ εγώ στηρίζομαι μόνο στα δικά μου φτερά και στη ζωή μου έχω μόνο ένα στήριγμα, τον εαυτό μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου